Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2009

Επιστολή προς Χρηματιστήριο και Επιτροπη Κεφαλαιαγοράς, 17/03/2008

HELLENIC INVESTMENTS CORP.


Προς
1) Χρηματιστήριο Αθηνών
2) Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς


Αθήνα, 17 Μαρτίου 2008

Κύριοι,

Θέμα: Εισαγωγή μετοχών «PROBANK» στο ΧΑΑ

Την 22α Ιανουρίου 2008 έλαβε χώρα η έκτακτη Γενική Συνέλευση των μετόχων της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας «PROBANK» με βασικό θέμα ημερησίας διατάξεως «Εισαγωγή των μετοχών της Τράπεζας στο Χρηματιστήριο Αθηνών».

Κατά τη συνέλευση αυτή παρέστη και η εταιρεία μας και διετύπωσε την αντίρρησή της για την εισαγωγή των μετοχών της Τράπεζας στο Χρηματιστήριο Αθηνών λόγω μίας υφισταμένης και χρονίζουσας εκκρεμότητος, την οποία η Τράπεζα αρνείται να άρει, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις μας και επισημάνσεις μας.

Ενόψει της εισαγωγής της PROBANK στο Χρηματιστήριο Αθηνών και επειδή, κατά τα ισχύοντα, το σχετικό ενημερωτικό δελτίο θα πρέπει να περιέχει ιστορικές και χρηματοοικονομικές πληροφορίες που να είναι σύμφωνες με την πραγματικότητα, σας απευθύνουμε την παρούσα επιστολή μας – δεδομένων των εποπτικών και εγκριτικών αρμοδιοτήτων σας – ώστε να πράξετε σύμφωνα με το νόμο.

Εκτιμούμε πως λόγοι διαφύλαξης και προστασίας τόσο του περιουσιακού δικαιώματος της εταιρείας μας (ως μετόχου της PROBANK) όσο και της ίδιας της PROBANK (ως εκδότριας και υπεύθυνης για το σχετικό ενημερωτικό δελτίο) αλλά και των επενδυτών που ενδεχομένως μετάσχουν στη δημόσια εγγραφή επιβάλλλουν την παρουσίαση αυτής της χρονίζουσας υποθέσεως που αφορά στην PROBANK και σχετίζεται – κατά την άποψη μας – με τη νομιμότητα της απόφασης συστάσεως της θυγατρικής της «PROBANK ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΕΣ ΜΙΣΘΩΣΕΙΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ».

Πιο συγκεκριμένα:
Ι. Ο βασικός λόγος της άνω αντιρρήσεώς μας είναι η αντίθετη προς τον νόμο και το καταστατικό σύσταση (και ίσως όχι μόνο αυτής) της θυγατρικής εταιρείας της Τράπεζας με την επωνυμία «PROBANK ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΕΣ ΜΙΣΘΩΣΕΙΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον δ.τ «PROBANK LEASING SA», η οποία συνεστήθη βάσει του με αρ. 40385/2002 καταστατικού συμβολαίου σε συνδυασμό με την με αρ. 40401/2002 πράξη της συμβολαιογράφου Ε. Λίτινα, που εγκρίθηκε από την οικεία Αρχή και καταχωρήθηκε νόμιμα στο οικείο Μητρώο (Νο 2394/2002 ΦΕΚ-Τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ). Η έλλειψη νομιμότητος της συστάσεως της άνω θυγατρικής εταιρείας έγκειται κυρίως στους εξής λόγους:

1. Όπως ήδη αναφέρθηκε, το 2002 συνεστήθη η «PROBANK LEASING SA». Όμως για την νόμιμη σύσταση εταιρείας έπρεπε προηγουμένως να χορηγηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 23α του Κ.Ν 2190/1920, όπως αυτό ίσχυε τότε (στο εξής 23α), ειδική έγκριση της Γ.Σ των μετόχων της εταιρείας. Αυτό δε γιατί στο προμνησθέν καταστατικό συμβόλαιο της «PROBANK LEASING SA» συμβάλλονται ιδρυτές της Τράπεζας PROBANK, μέλη της διοικήσεως αυτής αλλά και η ίδια η Τράπεζα, γεγονός που επιβάλλει την εφαρμογή του άρθρου 23α. Η εν λόγω δε παράλειψη συνεπάγεται την απόλυτη ακυρότητα του άνω καταστατικού συμβολαίου.

2. Στο πρακτικό της έκτακτης Γενικής Συνέλευσης της 22.01.2008 (σελ. 36) η Τράπεζα ισχυρίζεται ότι η ίδρυση θυγατρικής εταιρείας και υπογραφή του καταστατικού συμβολαίου της «PROBANK LEASING SA» είναι σύμβαση που «δεν εξέρχεται των ορίων των τρεχουσών συναλλαγών της εταιρείας μετά των πελατών της» και επομένως δεν εμπίπτει στην απαγόρευση της παρ. 2 του άρθρου 23α είναι αβάσιμος, καθόσον αφ’ ενός μεν η ενέργεια αυτή της διοίκησης της Τράπεζας παραβιάζει το άρθρο 4 του καταστατικού της, αφ’ ετέρου δε η ίδρυση θυγατρικών εταιρειών ούτως ή άλλως δεν εμπίπτει στις συνήθεις συναλλαγές μιας Τράπεζας. Συγκεκριμένα η παράγραφος 17 του άρθρου 4 του καταστατικού ορίζει ότι μεταξύ των σκοπών της εταιρείας είναι και η παροχή υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης (Leasing) κλπ. Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι την εν λόγω δραστηριότητα οι ιδρυτές της Τράπεζας την επεφύλαξαν για την ίδια την Τράπεζα και όχι για άλλο νομικό πρόσωπο που αυτή θα συστήσει με ορισμένους από τους μετόχους της, μέλη της διοίκησης αυτής και τρίτους. Με άλλες λέξεις η διοίκηση της Τράπεζας «εκχώρησε» ένα από τα δικαιώματά της, να εκμεταλλεύεται δηλ. η ίδια την προσφορά υπηρεσιών χρηματοδοτικής μίσθωσης. Με τον τρόπο δε αυτό παρατύπησε διττά. Πρώτον παραβίασε το νόμο (άρθρο 23α) και δεύτερον παραβίασε το άρθρο 4 παρ. 17 του καταστατικού, γεγονός που πέραν της νομικής και συμβατικής πλημμέλειας αναδεικνύει και ένα άλλο μείζονος σημασίας ζήτημα ηθικής τάξεως. Να σημειωθεί, επίσης, ότι με την παρανομία αυτή βλάπτονται όλοι οι μέτοχοι της Τράπεζας που δεν είναι ταυτόχρονα και μέτοχοι της θυγατρικής Leasing, αφού δεν μετέχουν στο 100% των κερδών της δραστηριότητας Leasing, όπως θα μετείχαν εάν η δραστηριότητα αυτή ανελαμβάνετο και διεξήγετο από την ίδια την Τράπεζα.

ΙΙ. Μετά τις ανωτέρω επισημάνσεις καθίσταται σαφές ότι οι προαναφερθείσες αντίθετες προς το άρθρο 23α και το καταστατικό παραλείψεις της διοίκησης της εταιρείας (σύσταση δηλ. της «PROBANK LEASING SA» χωρίς την άδεια της Γ.Σ) είναι –κατά τη γνώμη μας- ένα εξαιρετικής σημασίας ηθικό και νομικό ζήτημα, πράγμα που ο έλεγχος για την εισαγωγή οφείλει να το επισημάνει, καθόσον αφορά θυγατρική εταιρεία της Τράπεζας, οι μετοχές της οποίας πρόκειται να εισαχθούν στο Χρηματιστήριο.

Στο βιβλίο του με τίτλο «Η Αρχή της Ίσης Μεταχείρισης των Μετόχων», εκδόσεις Σάκκουλα, ο Ομ. Καθηγητής Πανεπιστημίου, κ. Κων. Γ. Παμπούκης αναφέρει τα εξής (σελ. 55): «Η δημόσια διοίκηση μπορεί και οφείλει να λάβει αυτεπαγγέλτως υπόψη την παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Συνακόλουθα, μπορεί και οφείλει να μην εγκρίνει την απόφαση, με την οποία επιχειρείται τροποποίηση που παραβιάζει την αρχή αυτή. Και, φυσικά, ενεργώντας με το πνεύμα αυτό, δε δείχνει καθόλου προπέτεια. Γιατί, ασφαλώς, αν υπήρχε συναίνεση των μετόχων που θίγονται, η εταιρεία θα την είχε θέσει υπόψη της.»

ΙΙΙ. Κατ’ ακολουθίαν πάντων των ανωτέρω μία λύση ενδεχομένως προσφέρεται ως θεραπεία στην προαναφερθείσα παθογένεια. Πριν από τη λήψη οποιασδήποτε αποφάσεως για την εισαγωγή των μετοχών της εταιρείας θα πρέπει να προηγηθεί η λήψη αποφάσεως της Γ.Σ των μετόχων της Τράπεζας με την οποία θα παρέχεται εκ των υστέρων η έγκρισή της για τη σύσταση της «PROBANK LEASING SA», σύμφωνα με την ισχύουσα νέα διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 23α Κ.Ν 2190/1920, όπως ισχύει σήμερα και καταλαμβάνουσα ενδεχομένως και την προκειμένη περίπτωση.

Το επιχείρημα ότι η ακυρότητα αυτή έχει ιαθεί εκ της εφαρμογής του άρθρου 4α κ.ν.2190/1920, εφόσον δεν συγκαταλέγεται στους λόγους ακυρότητας που εκτίθενται σε αυτό περιοριστικώς, δεν ικανοποιεί το αίσθημα δικαίου, γιατί εκ της μη εφαρμογής του άρθρου 23α, όπως αυτό ίσχυε κατά το χρόνο υπογραφής του καταστατικού συμβολαίου της θυγατρικής εταιρίας της τράπεζας, επέρχεται απόλυτη ακυρότητα της συμβάσεως αυτής (δηλαδή του καταστατικού συμβολαίου), μη απαιτούμενη της δικαστικής διαπίστωσής της.

Τέλος θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ως ζήτημα αρχής η εισαγωγή των μετοχών της Τράπεζας στο Χρηματιστήριο Αθηνών μας βρίσκει απολύτως σύμφωνους. Η αντίρρησή μας όμως στη παρούσα φάση δεν συνδέεται με μία κακόπιστη εκ μέρους μας συμπεριφορά, όπως άδικα επιχειρείται να μας καταλογισθεί, αλλά συνδέεται άμεσα με τις προμνησθείσες παραλείψεις της διοικήσεως της Τράπεζας, που έλαβαν χώρα στο παρελθόν, η αποκατάσταση των οποίων συνιστά επιτακτική ανάγκη.

Για την
«HELLENIC INVESTMENTS CORP»

Κων/νος Σκιαδάς